Saturday, March 31, 2012

Εθνικές αντιφάσεις, ιδιοσυγκρασιακές αντινομίες και νεοελληνική σχιζοφρένεια.



Σε μια συνέντευξή του [1], ο Κορνήλιος Καστοριάδης παρατηρούσε:
“Στην Ελλάδα […] υπάρχει η θεμελιώδης αντινομία, την οποία ο νεότερος ελληνισμός δεν κατάφερε ποτέ του να λύσει. Εννοώ αυτή την καταπληκτικά αντιφατική επίκληση δύο παραδόσεων τελείως ασυμβίβαστων μεταξύ τους: της αρχαίας ελληνικής παράδοσης και, ταυτοχρόνως, της βυζαντινής.
Ή θεωρεί κανείς σημείο αφετηρίας τον Επιτάφιο του Περικλή ή είναι με τους βυζαντινούς αυτοκράτορες. Ή θεωρούμε την αρχαία αθηναϊκή δημοκρατία πρότυπο και σπέρμα ή είμαστε με τη βυζαντινή θεοκρατία.
Όμως τα δύο μαζί δεν συμβιβάζονται.




Ο Μάριος Πλωρίτης αναλύει την αντίφαση αυτή στο άρθρο του Περί «ελληνοχριστιανισμού» ή ο κληρικός ανθελληνισμός της Βυζαντινής αυτοκρατορίας:

"H ορθοδοξία και ελληνισμός δεν είναι έννοιες ταυτόσημες

ΟΛΕΣ αυτές τις μέρες του ιερού περί ταυτοτήτων πολέμου, οι σύγχρονοι σταυροφόροι, από του ανωτάτου μέχρι του κατωτάτου, κρα­δαίνουν αδιάκοπα τα συνθήματα: «Η Ορθοδο­ξία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της ταυτότητας των Ελλήνων»... «Χριστιανική Εκκλησία και Ελληνικό Εθνος είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες» και τα παρόμοια.
Αξίζει, λοιπόν, να δούμε πόσο αληθεύουν αυτά τα «σλόγκαν». Και, για τούτο, ας γυρίσουμε πίσω στις ρίζες, στην εποχή όπου ο Χριστιανισμός καθιερώθηκε ως επίσημη θρησκεία του Βυζαντινού κράτους, και θεμελιώθηκε η συνύπαρξη κοσμικής και θρησκευτικής εξουσίας.
Η ΙΣΤΟΡΙΑ αρχίζει με μια γοερή αντίφαση: Οι Βυζαντινοί ένιωθαν συνεχιστές των αρχαίων Ελλήνων, διατηρούσαν πάμπολλα έθιμα τους, μιλούσαν τη γλώσσα τους, οι λόγιοι τους μελετούσαν την αρχαία Γραμματεία, τη «συντηρούσαν» αντιγράφοντας τα κείμενα της. Και, γι' αυτό το τελευταίο, τους χρωστάμε άπειρες χάρες, αφού χωρίς τον δικό τους μόχθο, μεγάλο μέρος του αρχαίου θησαυρού θα είχε χαθεί για πάντα.
Απ' την άλλη, όμως, αποστρέφονταν την Ελλάδα και τους Έλληνες, επειδή τους ταύτιζαν με την επάρατη ειδωλολατρία, τον εχθρό και αλλοτινό διώκτη της χριστιανικής θρησκείας. Έτσι, έγιναν αυτοί διώκτες ανελέητοι των παλιών διωκτών τους. Και, φυσικά, πρωταρχικό ρόλο στο μίσος κατά «παντός του ελληνικού» και στον λυσσαλέο κατατρεγμό του, έπαιξε η Εκκλησία, που ήταν ο φορέας και λειτουργός της νέας θρησκείας και ο μοναδικός σχεδόν πνευματι­κός οδηγητής των Βυζαντινών.
Η πρώτη τους κίνηση ήταν να καταστρέφουν τους ναούς και τα αγάλματα των Ελλήνων στερώντας, έτσι, τον κόσμο από ανεπανάληπτα δημιουργήματα της αρχαίας τέχνης, για να μη μείνη ίχνος από τη «βδελυρή θρησκεία των ειδώλων», Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, πρωτοστάτησε, το 391, στην πυρπόληση της βιβλιοθήκης του Σεραπείου, με τους 42.000 τόμους της μοναδική κιβωτό της αρχαίας γνώσης και λογοτεχνίας... Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α' κατάργησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες (395) και ο πολύς Ιουστινιανός έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές της Αθήνας (529)...

Και να ήταν μόνο τα άψυχα; Οι πρόδρομοι των σημερινών ζηλωτών επιδόθηκαν σε φοβερούς διωγμούς και σφαγές των «εθνι­κών», που τις ομολογούν και οι χριστιανοί χρονικογράφοι... Ο ελληνολάτρης αυτοκράτορας Ιουλιανός όχι μόνο συκοφαντήθηκε και αναθεματίσθηκε σαν «αποστάτης» και «παραβάτης» αλλά και δολοφονήθηκε (πιθανότατα) από χρι­στιανό, ενώ πολεμούσε εναντίον των Περσών... Ο ανεψιός και διάδοχος του πατριάρχη Θεόφιλου, ο Κύριλλος, θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας της σπουδαίας νεοπλατωνικής φιλοσόφου Υπατίας (415)... Και το 797, η Σύνοδος της Νικαίας αναθεμάτιζε όσους «μελετούσαν διεξοδικώς τα ελληνικά μαθήματα»...
ΑΚΟΜΑ και το όνομα «Έλλην» πήρε νόημα υβριστικό και αποκρουστικό. Το Βυζάντιο «πολέμιον υπελάμβανε (θεωρούσε εχθρικό) το των Ελλήνων όνομα, καθ' όσον ανέκαθεν το όνομα τούτο εταυτίσθη μετά της εννοίας του ειδωλολάτρου», γράφει ο κάθε άλλο παρά «αντίχριστος», βέβαια ιστορικός Κ. Παπαρηγόπουλος. «Ανόσιους, μυσαρούς, παμμίαρους» αποκαλούσαν τους Ελληνες οι αυτοκρατορικοί νόμοι και οι εκκλησιαστικοί πατέρες.
Ο Αθανάσιος κατακεραύνωνε τους «μιαρούς» Ελληνες... ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός στηλίτευσε την «κίβδηλον ποίησιν» των αρχαί­ων... και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούσε πως Χριστιανισμός και Ελληνισμός είναι ασυμβίβαστοι, διαφωνώντας με τους νυν ελληνοχρι­στιανικούς κήρυκες...
«Το όνομα Ελλην κατήντησε θρησκευτικόν και ελέγετο περί μη χριστιανών και αν ακόμη ούτοι ήσαν Σαρακηνοί», λέει ο ιστορικός Κ. Αμαντος. Και, αυτό, όχι μόνο από τους τότε ζηλωτές και τις «θεούσες». Ακόμα και κορυφαί­οι διανοητές, όπως ο πατριάρχης Φώτιος (9ος αιώνας) έγραφε πως οι Ρώσοι, προτού εκχρι­στιανισθούν, είχαν «ελληνικήν και άθεον δόξαν», ενώ ο «πλατωνιστής» Μιχαήλ Ψελλός (11ος αιώνας) έλεγε πως οι Κινέζοι ήταν «Ελλη­νες το δόγμα»! Και όταν, το 968, απεσταλμένοι του Πάπα εγχείρισαν στον αυτοκράτορα Νικη­φόρο Φωκά γράμματα του Ποντιφηκα με την προσφώνηση «αυτοκράτωρ των Ελλήνων», ο Φωκάς τους έριξε στη φυλακή!

Από τον 13ο αιώνα, οι Έλληνες ανθρωπιστές του Βυζαντίου προσπάθησαν να ξαναδώ­σουν στα ονόματα «Ελλάς» και «Έλληνες» την παλιά τους αίγλη, και διεκδίκησαν την πνευματι­κή «κληρονομιά» της Αθήνας. Ωστόσο, αυτή η «αποκατάσταση» δεν εξάλειψε τον (κληρικό προπάντων) ανθελληνισμό ως το τέλος της αυτοκρατορίας. Ο μέγας λογοθέτης (πρωθυπουργός) του Ανδρόνικου Β' Παλαιολόγου, Θεόδωρος Μετοχίτης (αρχές 14ου αιώνα), θεωρούσε τους Έλληνες «εχθρούς του κρά­τους» και ευχόταν να «εξολοθρευθουν με την βοήθειαν του θεού», ενώ ο προοδευτικός θεο­λόγος Βαρλαάμ (14ος αιώνας) θα κατηγορη­θεί, ανάμεσα στ' άλλα, και σαν «ελληνομανής». Και ο Γεννάδιος Σχολάριος (ο κατοπινός πρώτος πατριάρχης της Τουρκοκρατίας), όταν ρωτήθηκε, τρία χρόνια πριν απ' την Άλωση, αν είναι Έλλην, απάντησε με αποστροφή: «... ει τις έροιτό μοι (αν με ρωτήσει κανείς) τις ειμί, αποκρινούμαι Χριστιανόν είναι».
Και ο ιστορικός Παύλος Καλλιγάς επιλέ­γει: «Αυτούς τους διώκοντας τον Χριστιανισμόν Τούρκους, αποκαλεί η Εκκλησία «νέους Ελληνας», διότι το όνομα Έλλην ήτο τότε συνώνυμον τω αντιχρίστω... Οι περισωθέντες επίσημοι αναθεματισμοί του ελληνικού ονόματος, αποδεικνύουν ότι οι ακαταλόγιστοι εκείνοι άνθρωποι ενόσουν (έπασχαν από) αληθή ελληνοφοβίαν»3...
Αυτά τα ολίγα. Εκτός αν οι σημερινοί «ελληνοχριστιανοί» υποστηρίζουν πως το Βυζάντιο δεν έχει σχέση με το ελληνικό έθνος - ξεχνώντας πως εκεί βρίσκονται οι απαρχές του νέου ελληνισμού, πως πλήθος παραδόσεις του συνεχίζουμε και - προπάντων - πως, στην εποχή του βυζαντινού κράτους, οι πατέρες της Εκκλησίας και οι Οικουμενικές σύνοδοι χάρα­ξαν τις αρχές και τους κανόνες, όπου στηρίζε­ται και σήμερα η Ορθοδοξία.
ΕΙΝΑΙ προφανές λοιπόν πώς δεν ισχύουν οι κορώνες «ορθοδοξία και ελληνισμός είναι ταυτόσημοι». Ο βυζαντινός ιερός πόλεμος κατά των Ελλήνων, που κράτησε έντεκα αιώνες, απόδειξε πόσο τυφλώνει ο δογματικός φανατισμός, αλλά και πόσο ανέσπερη αλκή έχει ο ελληνικός πολιτισμός, αφού κατόρθωσε να επι­βιώσει ακόμα κι όταν τον μαχόταν ανένδοτα η πιο κραταιή (μαζί με τον αυτοκράτορα) δύναμη του Βυζαντίου, η ιεραρχία..."


Πολύ φοβάμαι ότι η περίπτωση μας είναι ακόμα πιο περίπλοκη, καθώς η νεοελληνική σχιζοφρένεια περιλαμβάνει και τρίτο πόλο (εκτός της κλασσικής αρχαιότητας και του βυζαντίου): τα οθωμανικά κατάλοιπα, που όσο και αν προσπαθούμε να αποποιηθούμε φαίνεται ότι παραμένουν ισχυρά. Η ίδια η γλώσσα μας είναι αδιάψευστος μάρτυρας:
Η διαβόητη διαφθορά που αντιμετωπίζουμε συνίσταται σε μεγάλο βαθμό στο ρουσφέτι και το μπαξίσι. Οι γερμανοί μας κατηγορούν ότι παραείμαστε επιρρεπείς στο ραχάτι, ενώ το κράτος επιβάλλει χαράτσια ώστε να μη μπατιρήσει.

Έχουμε και λέμε (σύμφωνα με το ετυμολογικό λεξικό του Μπαμπινιώτη):
Ρουσφέτι: χαριστική πράξη, εκδούλευση. Προέρχεται από την τουρκική λέξη rűşvet (δωροδοκία).
Μπαξίσι: φιλοδώρημα, από την τουρκική λέξη bahşiş (δώρο).
Ραχάτι: τεμπελιά, από το τουρκικό rahat.
Μπατίρης: φτωχαδάκι, από το τουρκικό batirmak (βουλιάζω).
Χαράτσι: κεφαλικός φόρος, από το τουρκικό haraç.

Προφανώς το παρελθόν δεν μπορούμε να το διαγράψουμε, εφόσον όμως οι αναφορές μας είναι τόσο αντιφατικές, ωφείλουμε να επιλέξουμε από ποιές επιθυμούμε να εμπνεόμαστε και με βάση ποιές αξίες θα οικοδομήσουμε την κοινωνία μας.
Θέλουμε να θαυμάζουμε εκείνους που διαμόρφωσαν τη δημοκρατία, θεμελίωσαν τη φιλοσοφία και την ελεύθερη σκέψη, έδωσαν πνοή στις περισσότερες από τις γνωστές επιστήμες και αποθέωσαν τις τέχνες;
Ή προτιμάμε το αυτοκρατορικό μεγαλείο του Βυζαντίου, με την εκκλησία να έχει κυρίαρχο ρόλο στα του κράτους, με την ακόρεστη δίψα των πορφυρογέννητων για εξουσία, τις αλλεπάλληλες συνωμοσίες και την πνευματική στασιμότητα;
Ή θα επιμείνουμε στο ρουσφέτι, ώστε να παίζουμε ανενόχλητοι με το μπεγλέρι (τουρκ. beğleri). Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ας μην μας ενοχλεί που μας λένε μπουνταλάδες (τουρκ. budala).

Όλα, πάντως, δεν μπορούμε να τα έχουμε και όσο καθυστερούμε να διαλέξουμε, η χώρα θα μοιάζει περισσότερο με τσαντίρι (τουρκ. çadir) παρά με δημοκρατική πολιτεία.

Εύλογα, ο Κωστής Παπαγιώργης χαρακτηρίζει τα παραπάνω ως "άλυτο γρίφο" [2]:
"Αυτό που κατέστησε τη χώρα άλυτο γρίφο είναι το πού επιτέλους ανήκει. Είναι χώρα της Ανατολής; Χαμένο μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας; Βαλκανικό κρατίδιο με όλα τα συμπαρομαρτούντα; Κληρονόμος του μεγαλύτερου πολιτισμού; Ιστορικό λάθος;"


[1] Είμαστε υπεύθυνοι για την Ιστορία μας, εκδ. Πόλις.
[2] Άρθρο Το (ανύπαρκτο) κρυφό σχολειό. στη Lifo, http://www.lifo.gr/team/apopseis/32112

No comments:

Post a Comment

Please leave your message!